σκραμπλ

σκραμπλ
το, Ν
άκλ. παιχνίδι που παίζεται με πίνακα - ταμπλώ και πλακίδια, τα οποία φέρουν το καθένα από ένα γράμμα, και από τέσσερεις ή δύο παίκτες που προσπαθούν να σχηματίσουν λέξεις με τα αντίστοιχα πλακίδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. Scrabble, εμπορ. ονομ.].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”